Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

Φοδράρισμα,συνθετικές ή φυσικές ρητίνες;


Στα μέσα του 20ο αιώνα έκαναν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους οι συνθετικές ρητίνες ,στις μέρες μας πλέον η χρήση τους είναι ευρέως διαδεδομένη στο χώρο της συντήρησης και αποκατάστασης έργων τέχνης. Εφαρμόζονται σε διάφορες περιπτώσεις αλλά αρχικά χρησιμοποιήθηκαν ως εναλλακτική λύση σε μια ιδιαίτερη διαδικασία συντήρησης,το φοδράρισμα έργων που έχουν ως φορέα ύφασμα.

Η παραδοσιακές-φυσικές κόλλες,όπως το κερί παρουσίαζαν πολλά προβλήματα,κατά την διάρκεια ενός φοδραρίσματος αλλά και έπειτα. Πρόσδιδαν επιπλέον βάρος στο έργο,εμφάνιζαν γρήγορη γήρανση, παρουσίαζαν μεγάλη ευαισθησία στην υγρασία και στις απότομες μεταβολές της θερμοκρασίας.

Αυτή η αναδυόμενη αγορά συνθετικών ρητινών συνοδεύτηκε και από την ανάπτυξη συνθετικών υφασμάτων,κατασκευασμένα από πολυαμίδιο,πολυπροπυλένιο ή πολυεστέρα.Τα υφάσματα αυτά είναι πολύ ανθεκτικά,δεν επηρεάζονται από την υγρασία και παρουσιάζουν καλή γήρανση.Αρχικά τα συνθετικά υφάσματα είχαν άσπρο χρώμα και πρόσδιδαν άσχημο αισθητικά αποτέλεσμα,τώρα πλέον είναι δυνατόν να συνθετικά υφάσματα να κατασκευάζονται έτσι ώστε να παρουσιάζουν το χρώμα και την υφή διαφόρων φυσικών υφασμάτων,όπως για παράδειγμα του λινού.

Μεταξύ των συνθετικών ρητινών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε ένα φοδράρισμα είναι:

1.Τα συνθετικά κεριά,σε αυτή την κατηγορία ανήκει το μικροκρυσταλλικό κερί και τα κεριά παραφίνης,παρόλο που παρουσιάζουν καλές κολλητικές ιδιότητες,πολλές φορές το πλεονάζον υλικό εμποτίζει τον αρχικό υφασμάτινο φορέα του έργου,σε τέτοιο βαθμό,ώστε τα χρώματα να φαίνονται πιο κορεσμένα, παρουσιάζοντας συγχρόνως μεγάλη αντίθεση.

2.Τα συμπολυμερή αιθυλενίου-οξικού βινυλινίου,το γνωστότερο είναι η BEVA,σε διάφορες μορφές.Η BEVA δημιουργήθηκε στις αρχές του 1970,παρουσιάζει «καλή» γήρανση,αντιστρεψιμότητα(με θερμότητα ή διαλύτες),επίσης μπορούμε να ελέγχουμε με μεγάλη ευκολία την διεισδυτικότητα της στις ίνες του υφάσματος.Όλες αυτές οι ιδιότητες την καθιστούν ιδανική για φοδράρισμα.Στην ίδια κατηγορία ανήκει και η ADAM EVA,όχι τόσο γνωστή στην Ελλάδα.

3.Ακρυλικές ρητίνες σε υδατική διασπορά,γνωστότερη είναι η PLEXTOL,ένα συμπολυμερές του βουτυλ-ακριλικού και μεθυλ-μεθακρυλικού εστέρα,παρουσιάζει υψηλή χημική σταθερότητα.

-Πολλοί συντηρητές καθώς και μεγάλες σχολές συντήρησης χρησιμοποιούν ακόμα τις παραδοσιακές-φυσικές κόλλες ή τα φυσικά υφάσματα, υποστηρίζοντας ότι είναι πιο «κοντά» στα φυσικά υλικά που είχαν εφαρμοστεί κατά την δημιουργία των περισσότερων έργων τέχνης.Για παράδειγμα φοδράροντας ένα έργο τέχνης που έχει ως φορέα φυσικό-λινό ύφασμα χρησιμοποιούν πάλι λινό ύφασμα,ίδιας ύφανσης και ίδιου βάρους,έτσι επιτυγχάνετε να ακολουθούν τις ίδιες κινήσεις,λόγο της αυξομείωσης της θερμοκρασίας και της υγρασίας.Τελικά πρέπει να ακολουθούμε τις παλιές παραδοσιακές τεχνικές και τα παραδοσιακά-φυσικά υλικά για το φοδράρισμα ενός έργου ή να ακολουθήσουμε και να εφαρμόσουμε τις νέες μεθόδους και τα υλικά που τις υποστηρίζουν;

Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

Ο Κύκλος του Ασβέστη

Η άσβεστος είναι ένα υλικό που χρησιμοποιείται σε όλη την ιστορία στον τομέα των δομικών κατασκευών αλλά και σε καλλιτεχνικές δημιουργίες (κυρίως στις τοιχογραφίες).

Η χρήση της χρονολογείται από την Νεολιθική Εποχή και φθάνει έως και τον 19ο αιώνα όπου αρχίζει να αντικαθίσταται από το τσιμέντο.

Η άσβεστος είναι φυσικό και ανόργανο υλικό και προέρχεται από την πύρωση του ασβεστολιθικού βράχου.Ο ασβεστόλιθος αποτελείται από ανθρακικό ασβέστιο (CaCo3) και προσμίξεις όπως πυλός,ανθρακικό μαγνήσιο,διοξείδιο του πυριτίου …Για να αποκομίσουμε μιας καλής ποιότητας άσβεστο θα πρέπει αυτές οι προσμίξεις να μην υπερβαίνουν το 5%,έτσι η άσβεστος διατηρεί σε μεγάλο ποσοστό τις «κολλητικές» της ιδιότητες.

Διαδικασία:

Ο ασβεστόλιθος υποβάλλεται σε θερμοκρασία των 898ο C ,μέσα σε ένα πέτρινο καμίνι,κατά την διαδικασία αυτή απελευθερώνεται διοξείδιο του άνθρακα (Co2) και παρατηρούμε μεγάλη απώλεια βάρους και όγκου του ασβεστόλιθου.Το προϊόν που λαμβάνεται είναι το οξείδιο του ασβεστίου (CaO),κοινώς άσβεστος.

Για να χρησιμοποιηθεί η άσβεστος πρέπει να υποβληθεί σε μια διαδικασία ,στην οποία βασικό παράγοντα παίζει το νερό.Σε αυτή την διαδικασία παρατηρείται μια εξώθερμη αντίδραση που μπορεί να φθάσει και τους 300ο C .

Το «κλείσιμο» της άσβεστου μπορεί να γίνει με δύο τρόπους :

1.Τοποθέτηση της άσβεστου σε λάκκο με νερό (μια διαδικασία που παρατηρείται από τους αρχαίους χρόνους)

2.Με ψεκασμό της άσβεστου με νερό (χρησιμοποιείται μόνο από τις βιομηχανίες και παρέχεται μόνο το αναγκαίο νερό που απαιτεί αυτή η διαδικασία,το παραγόμενο προϊόν είναι σε μορφή σκόνης).

Και στις δύο διαδικασίες το οξείδιο του ασβεστίου (CaO) αντιδρά με το νερό (Η2Ο) και παίρνουμε το υδροξείδιο του ασβεστίου (Ca(OH)2),κοινώς νεκρή ή σβησμένη άσβεστος.

Για την προετοιμασία του κονιάματος χρησιμοποιείται σβησμένη άσβεστος,άμμος και νερό.Μετά την εφαρμογή του το κονίαμα αρχίζει να σκληρένει σε δύο φάσεις:

α) αρχικά λόγω της εξάτμισης του νερού που περιέχει

β) και στη συνέχεια λόγω της αντίδρασης του διοξειδίου του άνθρακα της ατμόσφαιρας με το νερό που περιέχει το κονίαμα,αυτή η διαδικασία είναι πάρα πολύ αργή και ξεκινάει από τα επιφανειακά στρώματα του κονιάματος.Κατά την αντίδραση αυτή δημιουργείται πάλι μια κρυσταλλική δομή ίδια με αυτή που είχε το αρχικό πέτρωμα απ’όπου πήραμε την άσβεστο (CaCo3),η διαφορά είναι ότι το μέγεθος των κρυστάλλων που δημιουργούνται τώρα είναι αρκετά μικρότερα από αυτά του ασβεστόλιθου,ως εκ τούτου το ανθρακικό ασβέστιο που δημιουργείται αυτή την φορά έχει πολύ μικρότερες μηχανικές ιδιότητες από το αρχικό υλικό και το καθιστά λιγότερο ανθεκτικό ασβεστοκάμινος


Τετάρτη 15 Απριλίου 2009

Καλό Πάσχα



Εύχομαι να περάσετε όμορφα την περίοδο του Πάσχα
με υγεία,χαρά,αγάπη και μαζί με τα αγαπημένα σας πρόσωπα.



Τρίτη 7 Απριλίου 2009

Ιστορική ‘’αυθεντικότητα’’ ή εκθεσιακή ‘’τελειότητα’’; Παναγία Οδηγήτρια, 14ος αι,

ICONS:
International Meeting, Athens 12/2006
APPROACHES TO RESEARCH, CONSERVATION AND ETHICAL ISSUES



Ιστορική «αυθεντικότητα» ή εκθεσιακή «τελειότητα» ;
Παναγία Οδηγήτρια, 14ος αι, ΒΕΙ 798, Μουσείο Βυζαντινού
Πολιτισμού Θεσσαλονίκης .
Αμαλία Παπαδοπούλου
Συντηρήτρια έργων ζωγραφικής
Δαβάκη 14, 551 33 Καλαμαριά , Θεσσαλονίκη


Το θέμα της παρούσης ανακοίνωσης επανέρχεται ως προβληματισμός
κάθε φορά που ο συντηρητής αντιμετωπίζει τη συντήρηση φθαρμένων
εικόνων με δεδομένη ιστορική και αισθητική αξία. Η θεωρία της
συντήρησης μπορεί να ανατραπεί από την ίδια την εικόνα, όχι με την
καθ’ εαυτό συντήρηση που σκοπό έχει τη διατήρηση της ύλης, αλλά
με την επιλογή της τελικής αισθητικής αποκατάστασης, προκειμένου
η εικόνα να εκτεθεί με σεβασμό στην πολλαπλή της υπόσταση, να
διηγηθεί την πορεία της στο χρόνο και ταυτόχρονα να αποδοθεί στο
κοινό με τρόπο κατανοητό και αν είναι εφικτό με ολοκληρωμένη
μορφή.
Ο προβληματισμός γίνεται ακόμη μεγαλύτερος με τις εικόνες που
έχουν συντηρηθεί κατά το παρελθόν και η δεδομένη αισθητική τους
αποκατάσταση έχει αλλοιωθεί.
Η ανακοίνωση αφορά στη συντήρηση μίας εικόνας που η επιλογή
της τελικής παρουσίασης αποτέλεσε πεδίο μεγάλου προβληματισμού.
Πρόκειται για την:
Παναγία Οδηγήτρια, με διαστάσεις 81,5 x 57,5 εκ
αρ.Μητρώου ΜΒΠ 5135, αρ.Ειδικού Καταλόγου ΒΕΙ 798 (Εικόνα 1).



Η εικόνα ανήκει στον γνωστό τύπο της Οδηγήτριας. Η Θεοτόκος σε
προτομή έχει ελαφρά στραμμένο το πρόσωπο της προς τον Χριστό
που κρατεί στο αριστερό της χέρι. Ο Χριστός εικονίζεται σε μετωπική
στάση, κρατάει στο αριστερό του χέρι κόκκινο ειλητάριο, ενώ με το
δεξί ευλογεί. Στις επάνω γωνίες οι δύο Αρχάγγελοι σε προτομή
στρέφουν προς την Παναγία. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εικόνας
αποτελεί το φωτοστέφανο του Χριστού με τις φαρδιές κόκκινες
ταινίες σε σχήμα σταυρού.
Η εικόνα ανήκει στην Παλαιολόγια Σχολή και προέρχεται από τον
Ιερό Ναό του Αγίου Αθανασίου της Θεσσαλονίκης.
Συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των κειμηλίων που το 1916
μεταφέρθηκαν προς φύλαξη στην Αθήνα από την απελευθερωμένη
Θεσσαλονίκη που ακόμη κινδύνευε. Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη
μαζί με άλλες εικόνες τον Ιούνιο του 1994 για να στεγαστεί στο
νεόδμητο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού.
Το 2001 με αφορμή τη νέα μόνιμη έκθεσή της στην ενότητα, «Το
λυκόφως του Βυζαντίου 1204–1453», κρίθηκε αναγκαία η επαναθεώ-
ρηση της κατάστασης της και η εκ νέου συντήρησή της, δεδομένων
των νέων αντιλήψεων και μεθοδολογίας.
Στο δελτίο που συνόδευε την εικόνα αναφέρεται ότι συντηρήθηκε
στο εργαστήριο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών
το 1967 και το 1976 χωρίς όμως να γίνεται μνεία στην αρχική
κατάσταση διατήρησής της, τη μέθοδο επέμβασης ή τα υλικά που
χρησιμοποιήθηκαν.


Η ΕΞΕΤΑΣΗ





















Το σώμα της εικόνας αποτελείται από δύο άνισα κομμάτια δια-
φορετικού ξύλου ενωμένα εσωτερικά με δύο ξύλινες καβίλιες. Τα δύο
τμήματα δεν είναι πλέον σε επαφή. Δύο ξύλινα τρέσα συγκρατούν τα
τμήματα μεταξύ τους. Το επάνω, που είναι το αρχικό, είναι
καρφωμένο, ενώ το κάτω αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη και
είναι βιδωτό. Το ξύλο στην πίσω πλευρά είναι συμπαγές και σε καλή
γενική κατάσταση (Εικόνα 2)
Ο φορέας παρουσιάζει μεγάλη φθορά στην μπροστινή πλευρά. Μία
ανερχόμενη ρωγμή είναι εμφανής στο κάτω μισό της εικόνας και
οφείλεται στην πίεση που ασκεί το μεταγενέστερο βιδωτό τρέσα.
Εκτεταμένη σαθρότητα και προσβολή από ξυλοφάγα έντομα
εντοπίζονται στα σημεία επαφής των δύο τμημάτων, στο κέντρο της
εικόνας και σε μεγάλη έκταση στην κάτω πλευρά. Η φθορά του
ξύλου επεκτείνεται στο πρόσωπο της Παναγίας και έχει καταστρέψει
τοπικά τη ζωγραφική, την προετοιμασία και το λεπτό ύφασμα που
κάλυπτε όλο τον ξύλινο φορέα. (Εικόνα 3)
Η εικόνα φέρει πρόσθετο καρφωτό πλαίσιο. Αρχικοί είναι οι κάθετοι
πήχεις ενώ ο επάνω και ο κάτω είναι νεότερες καλοφτιαγμένες
προσθήκες. (Εικόνα 4)




















Κατά την τυπική διαδικασία διάγνωσης που ακολουθείται σε κάθε
περίπτωση συντήρησης επισημάνθηκαν τα εξής:
- Ορατό φάσμα: Η ζωγραφική επιφάνεια καλύπτεται από παχύ
στρώμα βερνικιού που έχει ελαφρά οξειδωθεί. Σκόνη και ρύποι
δίνουν θολή όψη στην εικόνα.
Η ζωγραφική και η προετοιμασία έχουν έντονη ρηγμάτωση που
γίνεται εντονότερη στη μεσαία περιοχή της εικόνας.
- Με τη μέθοδο του πλάγιου φωτισμού (Εικόνα 5) εντοπίστηκαν πολλές
φθορές στο πρόσωπο της Παναγίας που εκτείνονται στο λαιμό της, το
μανίκι του Χριστού και στο αριστερό ημικύκλιο του φωτοστέφανου.
Στα σημεία αυτά η ζωγραφική επιφάνεια είναι ανώμαλη και δεν
υποστηρίζεται με ασφάλεια λόγω του σαθρού φορέα. (Εικόνα 6)




















Πολλά είναι τα στοκαρίσματα και οι επιζωγραφήσεις σε αυτή την
περιοχή. Η υφή και η ποιότητά τους διαφέρει, όπως διαφέρουν τα
υλικά και η τεχνική συμπλήρωσης. (Εικόνα 7,8)
Διακρίνεται χάραγμα στα περιγράμματα των μορφών, σε καθο-
ριστικές πτυχές των ρούχων και στα φωτοστέφανα, ενώ δεν υπάρχει
χάραγμα στα χέρια και τα πρόσωπα.Πληροφορίες για το επιφανειακό στρώμα της εικόνας έδωσε η
εξέτασή της στο υπεριώδες φάσμα. (Εικόνα 9,10)





























Την ζωγραφική καλύπτει βερνίκι με γαλακτώδη φθορισμό.
Διαφοροποιείται σε πάχος λόγω επιλεκτικής τοποθέτησης ή τοπικών
καθαρισμών. Ευδιάκριτες είναι μόνο κάποιες από τις χρωματικές
επεμβάσεις εξ’ αιτίας του πάχους του βερνικιού.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο έντονος ρόδινος φθορισμός στο ιμάτιο του
αριστερού αγγέλου, χαρακτηριστικός για την χρωστική ριζάρι.1
- Η υπέρυθρη ανακλαστογραφία και το ψευδόχρωμα υπερύθρου
προσδιόρισαν τις φθορές και έδωσαν περισσότερες πληροφορίες για
την έκταση των επιζωγραφήσεων. (Εικόνα 11,12)




















Διαφοροποίηση στην απόχρωση του κίτρινου ψευδοχρώματος, που
είναι χαρακτηριστικό για την κινάβαρι, παρατηρείται στην αριστερή
ταινία του φωτοστέφανου του Χριστού και πιστοποιεί επιζωγράφηση.
Η διαφορετική απόχρωση στο πράσινο ψευδόχρωμα στην κορυφή του
κεκρύφαλου και αριστερά από το φωτοστέφανο του Χριστού
υποδηλώνει διαφορετική χρήση χρωστικής και άρα προσδιορίζει τις
επιζωγραφήσεις στον κεκρύφαλο και το μαφόριο.
Εδώ έχουμε και την πρώτη ένδειξη αλλαγής στον τρόπο που κλείνει
το μαφόριο. (Εικόνα 13) Στο αριστερό «κόψιμο» του μαφορίου στη
βάση του λαιμού διακρίνεται τμήμα του υποτιθέμενου εσωτερικού
ιματίου που όμως παρουσιάζει το ίδιο πράσινο ψευδόχρωμα με το
υπόλοιπο μαφόριο. Η συνέχεια του ιματίου έχει μπλε ψευδόχρωμα και
μαζί με το μαφόριο και την ταινία που κατεβαίνει διαγώνια από δεξιά,
πρέπει να θεωρηθεί ως επιζωγράφηση.- Με την ακτινοσκόπηση
εντοπίστηκε πλήθος στοκαρισμάτων στο
πρόσωπο και το λαιμό της Παναγίας, όπως και η έκταση της φθοράς
του φορέα από τα ξυλοφάγα έντομα (Εικόνα 14)


- Με την μικροσκοπική εξέταση αναγνωρίστηκαν τέσσερα είδη στο-
καρισμάτων και αντίστοιχες χρωματικές επεμβάσεις που διαφέρουν
σε υφή και ποιότητα. (Εικόνα 15,16)
Ευδιάκριτο είναι το προσχέδιο σε κόκκινο χρώμα που διακρίνεται
στα μάτια, τη μύτη και το στόμα της Παναγίας και του Χριστού.
(Εικόνα 17)
Ύστερα από αυτές τις παρατηρήσεις το μέγεθος και το είδος της
καταστροφής ήταν εμφανές και τα όρια των φθορών μπορούσαν να
προσδιοριστούν με σχετική ακρίβεια.




Η ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η εικόνα με τα σημερινά δεδομένα
και να διασφαλιστεί η σταθερότητα της ζωγραφικής, έπρεπε να
αφαιρεθούν οι ποικίλες επεμβάσεις που αλλοίωναν την όψη της.
Εκτός από τις χρωματικές επεμβάσεις συζητήθηκε και η ορθότητα
συμπλήρωσης του αρχικού πλαισίου με την προσθήκη των δύο
πήχεων. Αν και αποτελούσε ένδειξη των απόψεων περί
αποκατάστασης και συντήρησης της δεκαετίας του 60 και ως εκ
τούτου παρουσίαζε την πορεία της εικόνας στο χρόνο, ταυτόχρονα
καταργούσε το γεγονός της φυσικής καταστροφής. (Εικόνα 18 )

Κρίθηκε αναγκαίος ο πλήρης καθαρισμός της ζωγραφικής επιφάνειας.
Αφαιρέθηκε το βερνίκι, οι ποικίλες επιζωγραφήσεις, τα στοκαρίσματα
και οι δύο μεταγενέστεροι οριζόντιοι πήχεις. (Εικόνα 19,20)
Μετά την αφαίρεση του κάτω πήχη διαπιστώθηκε ότι η ζωγραφική
συνεχίζει κάτω από αυτόν.
Το είδος της φθοράς που εντοπίστηκε μετά την αφαίρεση του
βερνικιού και των επιζωγραφήσεων, πιθανολογεί τα ακόλουθα σε
σχέση με την κατάσταση της εικόνας: (Εικόνα 21)

























Η εικόνα πιθανόν να παρέμεινε επί μακρόν τοποθετημένη στο δάπεδο
και εκτεθειμένη σε νερό που έσταζε. Το νερό μούσκεψε σιγά σιγά το
ξύλο, την προετοιμασία και την ζωγραφική. Το ξύλο συγκράτησε
υγρασία στα σημεία που υπήρχε πλαίσιο, το ύφασμα σάπισε, η
προετοιμασία και η ζωγραφική αποδομήθηκαν και αναπτύχθηκαν
κατάλληλες συνθήκες για την προσβολή από ξυλοφάγα έντομα. Η
επίπεδη ισοπαχής προετοιμασία βάρυνε με το νερό και «κύλησε» προς
τα κάτω. Η ζωγραφική και η προετοιμασία όταν στέγνωσαν
παρουσίασαν ανώμαλη όψη και χαρακτηριστικό τύπο ρωγμών. Από
αυτή πιθανόν την αιτία η φθορά της εικόνας εντοπίζεται κυρίως στο
κέντρο με φορά από πάνω προς τα κάτω.
Σε μεταγενέστερη φάση, οι σάπιοι πλέον οριζόντιοι πήχεις
αφαιρέθηκαν. Υπολογίζεται ότι η κάτω πλευρά της εικόνας κόπηκε
κατά 5 έως 6εκ λόγω της μεγάλης φθοράς που είχε υποστεί το ξύλο.
Ο σαθρός φορέας, η προετοιμασία και η ζωγραφική στερεώθηκαν.


H ΑΙΣΘΗΤΙΚH ΑΠΟΚΑΤAΣΤΑΣΗ
Στη φάση αυτή ο προβληματισμός για το εύρος και το είδος της
αισθητικής αποκατάστασης ήταν πλέον έντονος . (Εικόνα 22)
Ποια όψη πρέπει να έχει σήμερα μία φθαρμένη εικόνα σε ένα
σύγχρονο Μουσείο ; Φαίνεται σαν μια απλή ρητορική ερώτηση
που έχει να κάνει μόνο με την αισθητική επιλογή και την
εμφάνιση, αλλά δεν είναι.
Πως θέλουμε η εικόνα αυτή να παρουσιαστεί σήμερα, ενώ
διαφέρει κατά πολύ από αυτό που αρχικά ήταν ;
Να έχει σχέση με την αρχική της υπόσταση, που είναι ένα
λατρευτικό σκεύος της ορθόδοξης πίστης, ή να θεωρηθεί ένα
αποσπασματικό έργο υψηλής τέχνης ;
Και η ιστορική της διάσταση πόσο διασφαλίζεται ;
Ποια από την τριπλή υπόσταση μίας εικόνας θέλουμε και πρέπει
να αναδείξουμε με την παρουσίασή της σε ένα Μουσείο ;
Μήπως και τις τρεις ;
Τι αξιολογούμε περισσότερο στη μακρά, περίπλοκη και επισφαλή
ζωή των εικόνων που αναλαμβάνουμε να συντηρήσουμε ;
Ενεργώντας ή μη ενεργώντας ο συντηρητής προσθέτει στην σημερινή
παρουσία μίας εικόνας. Επιλέγει συγκεκριμένους δρόμους για να
διηγηθεί την δημιουργία και την επιβίωση της και με τον τελικό
«εξωραïσμό» που της προσφέρει, την παρουσιάζει στην έκθεση για
ερμηνεία. Το είδος της ερμηνείας που θα δοθεί από τον επισκέπτη
είναι πάντοτε διαφορετικό και συνυφασμένο σε μεγάλο βαθμό με την
δομή της εκθεσιακής ενότητας στην οποία η εικόνα θα παρουσιαστεί.
Θα πρέπει βέβαια εδώ να ειπωθεί, χωρίς να θεωρηθεί μεταφυσική
αναζήτηση ή θρησκοληψία, πως η κάθε εικόνα σε οδηγεί, πάντα όμως
με υποκειμενικό τρόπο, στην δική της ιδιαίτερη αισθητική αποκα-
τάσταση.
Στην προκειμένη περίπτωση το πρωταρχικό ήταν η παράσταση να
αποκτήσει ενότητα, δηλαδή να αποδοθεί έστω και σχηματικά το θέμα
για να μπορεί να αναγνωστεί. Αυτό πρακτικά σε ένα επίπεδο έργο
ζωγραφικής σημαίνει εξάλειψη της τρίτης διάστασης, του βάθους,
και επαναφορά του επίπεδου, τουλάχιστον στο κέντρο της
παράστασης.
Η εικόνα βερνικώθηκε.
Στοκαρίστηκαν επιλεκτικά σημεία του ξύλινου φορέα που ήταν
διάτρητα για να περιοριστεί η αίσθηση του βάθους, της τρίτης
διάστασης, που αρχικά δεν υπήρχε. Τα στοκαρίσματα έγιναν με
υδατοδιαλυτό στόκο με χρώμα και υφή ξύλου. Είναι ευδιάκριτα μόνο
από έμπειρο μάτι.
Στοκαρίστηκαν οι φθορές στον φορέα και την προετοιμασία κυρίως
στην περιοχή της μεγάλης φθοράς. Ο στόκος περιορίστηκε στα όρια
των φθορών, κρατήθηκε το ανώμαλο της υπάρχουσας επιφάνειας και
δεν υπερκαλύφθηκε αυθεντική ζωγραφική χάριν εξομάλυνσης της
επιφανείας.
Τα στοκαρίσματα μορφοποιήθηκαν με τεχνητή ρηγμάτωση και
χρωματίστηκαν στο χρώμα της προετοιμασίας. (Εικόνα 23)







Η ζωγραφική επιφάνεια προστατεύτηκε με δεύτερο στρώμα βερνικιού
πριν τη χρωματική επέμβαση.
Στη φάση αυτή και με τη βοήθεια των ψηγμάτων της αυθεντικής
ζωγραφικής που διασώθηκαν στην προετοιμασία, έγινε προσπάθεια
να οριοθετηθούν οι διάφορες φόρμες, και συγκεκριμένα να προσ-
διοριστούν τα όρια του μαφορίου και το ύψος που έπρεπε να έχει το
χέρι του Χριστού. (Εικόνα 24 )
Ήταν φανερό από τα ίχνη χρώματος πως η άκρη του κεκρύφαλου
έκλεινε χαμηλά στο λαιμό της Παναγίας και δεν άφηνε το εσωτερικό
ιμάτιο να φανεί. Αυτή ήταν μια σημαντική διαφορά σε σχέση με την
προγενέστερη χρωματική επέμβαση που παρουσίαζε ένα σκούρο
μπλε ιμάτιο. (Εικόνα 25)



Μεγάλη δυσκολία υπήρχε στην οριοθέτηση του γαλανού χιτώνα του
Χριστού. Τα ίχνη της αυθεντικής ζωγραφικής ήταν ελάχιστα, και από
αυτά μόνο ένα ήταν πιθανό να όριζε το ύψος του χεριού. Για να μη
σχεδιαστεί εντελώς αυθαίρετα η κλίση του χεριού,
έγινε μια προσπάθεια να ταυτιστεί η αποτύπωση της εικόνας
με αντίστοιχες δημοσιευμένες παραστάσεις. Παραπλήσιο σχέδιο
έχουν η Οδηγήτρια του Εμμανουήλ Λομπάρδου, 15ος (Εικόνα 26)
και η Παναγία Οδηγήτρια, 16ος, της Μονής Ιβήρων, (Εικόνα 27) που
αποτέλεσαν και τα τελικά σχεδιαστικά πρότυπα.
Σαν να συμπληρώνονται τα κομμάτια του παζλ που λείπουν , τα κενά
ανάμεσα στα ψήγματα της αυθεντικής ζωγραφικής συμπληρώθηκαν
με επάλληλες λαζούρες σε απόχρωση που διέφερε κατά τι από την
αρχική ζωγραφική. Δεν έγινε προσπάθεια να δημιουργηθούν οι
πτυχές ή τα φώτα της αρχικής παράστασης.






Για τη συμπλήρωση χρησιμοποιήθηκαν χρωστικές σε σκόνες και
Paraloid B72 ως συνδετικό υλικό.
Στην τελική τους μορφή οι χρωματικές επεμβάσεις διατηρούν μία
σχετική διαφάνεια. Τα σημεία της αισθητικής αποκατάστασης είναι
ευδιάκριτα από κοντά, και με την απόσταση και τον φωτισμό που
απαιτείται σε μία έκθεση δεν διακόπτουν τη συνοχή του θέματος.
(Εικόνα 28,29 )
Όλες οι χρωματικές επεμβάσεις και τα στοκαρίσματα στην προετοι-
μασία είναι αντιστρέψιμα.
Η εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας είναι εκτεθειμένη πλέον στο
Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και διηγείται μία ιστορία. (Εικόνα 30)

















ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. R.Gettens, G.Stout, Painting Materials, New York,1942, 126-127.
2. Βλέπε έγχρωμο καταλόγο ποικιλίας χρωστικών φωτογραφημένων
με έγχρωμο υπέρυθρο φίλμ, T.Moon, M.R.Schilling, T.Thirkettle,
A Note on the Use of False-colour Infrared Photography in
Conservation, Studies in Conservation 37.1 (1992), 42-52.
3. Λεωνίδα Ουσπένσκυ, Η Θεολογία της Εικόνας στην Ορθόδοξη
Εκκλησία, Αθήνα, 1993.
4. Cesare Brandi, Θεωρία της Συντήρησης, Αθήνα, 2001, 93-100.
5. Περισσότερα για την ιστορία και τις τεχνικές αποκατάστασης
βλέπε Knut Nicolaus, The Restoration of Paintings, Cologne,
1998, 257-295.
6. David Bomford, The Conservator as Narrator: Changed
Perspectives in the Conservation of Paintings, Personal
Viewpoints, Getty Publications, 2003, 1-12.