Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009

Φορητές Εικόνες


Ιστορικά στοιχεία φορητών εικόνων : Φορητές εικόνες ονομάζονται οι απεικονίσεις μεμονωμένων κυρίως προσώπων,αλλά και σκηνών πάνω σε ένα ξύλο,σε γύψινη επιφάνεια ή σε ύφασμα.Οι πρώτες χριστιανικές φορητές εικόνες ακολούθησαν την τεχνική και την τεχνοτροπία των προσωπογραφιών του Φαγιούμ της Αιγύπτου (3ος και 4ος αιώνας π.Χ) και παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα με αυτές.Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να επισημάνουμε ότι η ομοιότητα των φαγιούμ και των χριστιανικών εικόνων περιορίζεται στο στυλιστικό επίπεδο και δεν προχωρά στο επίπεδο των βασικών ζωγραφικών αρχών και της σύνθεσης.Στα φαγιούμ επικρατεί η νατουραλιστική επιδίωξη της αναπαράστασης και της δημιουργίας μιας αντικειμενικής μορφής όπου η υποδήλωση ψυχικής καταστάσεως είναι ζητούμενο και επιδιωκόμενο.Στις χριστιανικές εικόνες η νατουραλιστική μορφή υπερβαίνεται ενώ απουσιάζει σχεδόν τελείως η υποδήλωση ψυχικής καταστάσεως.
Τις φορητές εικόνες τις διαιρούμε σε δύο κατηγορίες ως προς την θεματογραφία τους:α) σ΄αυτές που απεικονίζουν επεισόδια και σκηνές από την Αγία Γραφή και από τους βίους των Αγίων και β) σε εκείνες που παριστάνουν μεμονομένα ιερά πρόσωπα.Οι πρώτες έχουν ως πρότυπα τοιχογραφίες και ψηφιδωτά,ενώ οι δεύτερες κατάγονται από τις νεκρικές προσωπογραφίες της Αιγύπτου (στο Φαγιούμ).
Όλες οι εικόνες του 4ου και 50υ αιώνα έχουν καταστραφεί.Οι παλαιότερες από τις γνωστές σήμερα βυζαντινές εικόνες βρίσκονται στο όρος Σινά και σε μουσεία διαφόρων πόλεων και ανάγονται στον 6ο ή στις αρχές του 7ου αιώνα.Στους χρόνους που ακολούθησαν έγινε πλατειά η χρήση των φορητών εικόνων για λατρευτικούς σκοπούς.
Μέχρι την αρχή της μακροχρόνιας περιόδου της εικονομαχίας (727) επικρατεί η πιο παλιά τεχνική κατασκευής φορητών εικόνων,η εγκαυστική.Η εγκαυστική μέθοδος είναι μια αρχαιότατη τεχνική που την χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες,οι Ρωμαίοι,καθώς και οι Αιγύπτιοι (Φαγιούμ) όπως προαναφέραμε.Η εγκαυστική μέθοδος συνίσταται στο ανακάτεμα κάθε χρώματος που ήταν σε σκόνη μέσα στο μαλακό λιωμένο κερί.Μ΄αυτή την χρωστική μάζα ζωγράφιζαν την εικόνα,στο τέλος ζέσταιναν ολόκλη
ρη την ζωγραφική επιφάνεια με το "κέστρον",δηλαδή ένα πυρακτωμένο σίδερο,με το ζέσταμα έλιωνε το κερί,έδεναν τα χρώματα και έπαιρναν μια λάμψη,σαν βερνίκι που έχει περαστεί ομοιόμορφα στην εικόνα.
Μετά το τέλος της εικονομαχίας (843) και μέχρι τα πρ
ώτα χρόνια της τουρκοκρατίας επικρατεί η τεχνική της τέμπερας.Η λέξη τέμπερα προέρχεται από την λατινική λέξη
temperare=αναμιγνύειν.Είναι δηλ. η ανάμειξη διαφόρων χρωμάτων.Αρχικά ανακάτευαν τα χρώματα με κρόκο αυγού αντί για κερί και στην συνέχ
εια πρόσθεταν ρετσίνι,γάλα συκιάς ή αραιωμένο ξύδι αμπέλου κ.α για να στερεωθούν.Τα χρώματα όταν ξηραίνονταν γίνονταν θαμπά και άτονα και γι΄αυτό επαλείφανε τις εικόνες με βερνίκι.Η τεχνική αυτή είναι και σήμερα ευρύτερα γνωστή ως "αυγοτέμπερα" ή "τέμπερα".
Αμέσως μετά την λήξη των εικονομαχικών έριδων και τον τελικό θρίαμβο της ορθοδοξίας ανοίγεται πραγματικά μια νέα εποχή για την χριστιανική τέχνη.Οι διαφορές της προ και μετά εικονομαχικής περιόδου ( ως προς την τεχνική κατασκευής μιας εικόνας) δεν έγκειται μόνο στον τρόπο που αναμίγνυαν τα χρώματα.Κατά την Μεταεικονομαχική περίοδο καθώς και στην Μεταβυζαντινή περίοδο
(άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 ) αναπτύ
σσονται αγιογραφικές τάσεις από τις οποίες άλλες επηρεάζονται απο το αναγεννησιακό πνεύμα της εποχής και άλλες επιμένουν να εκφράζουν τον βυζαντινό ιδεαλισμό.Ο Γάλλος Gabriel Millet διατύπωσε τη θεωρεία περί υπάρξεως "δύο Σχολών" ζωγραφικής στα βυζαντινά εδάφη από τον 14ο αιώνα και έπειτα.Τις δύο αυτές "Σχολές" που είχαν ως αφετηρία την Πόλη τις ονόμασε Μακεδονική και Κρητική,επειδή τα περισσότερα 'εργα της πρώτης βρίσκονται στην Μακεδονία ενώ της δεύτερης ,που αναπτύχθηκε κυρίως στα τέλη του 15ου αιώνα, στην Κρήτη .
Τα έργα της Μακεδονικής σχολής ανάγονται κυρίως στον 14ο αι. και κυριότερος εκπρόσωπός της είναι ο Πανσέληνος Μανουήλ από την Θεσσαλονίκη.Τα έργα της Σχολής αυτής εμπνέονται από τον αναγεννητικό άνεμο που επικρατούσε γενικά εκείνη την εποχή.Είναι έργα της αυλής και των μορφωμένων τάξεων.Τα χ
αρακτηρίζουν οι ζωηρές κινήσεις,η ελευθερία και ο ρεαλισμός.Οι τόνοι των χρωμάτων τους είναι ζωηροί.
Τα έργα της Κρητικής Σχολής εκφράζουν τον βυζαντινό ιδεαλισμό,κυριότερος εκπρόσωπό της είναι ο Θεοφάνης ο Κρής.Είναι η τέχνη της αυστηρής ορθοδοξίας και των μοναχών.Τα έργα της τα χαρακτηρίζουν οι σκιεροί χρωματισμοί,οι συγκρατημένες κινήσεις,η λιτότητα και η υποβλητικότητα.Η παρ
αδοσιακή έκφραση της Κρητικής Σχολής ήταν εγγύτερη στην νοοτροπία του μοναχισμού,γι΄αυτό και καθιερώθηκε στο Άγιο Όρος,στα Μετέωρα και στα άλλα μοναστικά κέντρα,αποδυνάμωσε την επίδραση της λεγόμενης Μακεδονικής Σχολής και επικράτησε σε ολόκληρη την ορθοδοξία.Ωστόσο στη Ρωσία συνεχίστηκε η αγιογραφική τάση της Μακεδονικής Σχολής.Τα κύρια χαρακτηριστικά των εικόνων της Μόσχας είναι η ελευθερία και η πολυπλοκότητα της σύνθεσης,οι μεγάλες φιγούρες,η απαλότητα της έκφρασης των μορφών και η ανοιχτόχρωμη γκάμα χρωμάτων.


Στοιχεία τεχνολογίας-κατασκευής φορητών εικόνων :Προσπαθώντας να κατανοήσουμε καλύτερα τον τρόπο κατασκευής μιας φορητής εικόνας πρέπει να αναφέρουμε ότι κάθε φορητή εικόνα αποτελείταια από πέντε επιμέρους στρώματα.
Έτσι έχουμε :το ξύλινο υπόστρωμα,το ύφασμα,την προετοιμασία,την ζωγραφική επιφάνεια και το βερνίκι.Πολλές φορές το ύφασμα δεν συναντάται,ενώ πολύ συχνά η ζωγραφική επιφάνεια φέρει φύλλο χρυσού ή ασημιού.
Για την κατασκευή των φορητών εικόνων χρησιμοποιήθηκαν διαφόρων ειδών ξύλινα υποστρώματα (καρυδιάς,πεύκου,έλατου,κυπαρισσιού,πεύκου).Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μεγάλοι ζωγράφοι πρόσεχαν πολύ την επιλογή του ξύλου και φρόντιζαν πάντα να χρησιμοποιούν παλία ξυλεία (π.χ ο Δαμασκηνός έχει ζωγραφίσ
ει εικόνες σε ξύλα από παλιές κασέλες).Στη δύση το πιο συνηθισμένο ξύλο για υπόβαθρο ζωγραφικής είναι η δρυς και το φλαμούρι,ενώ στην Αίγυπτο συναντάται το φοινικόδεντρο και η συκομουριά.Στον Πόντο και την Μ.Ασία χρησιμοποιήθηκε η καρυδιά και η φουντουκιά,στην Ρωσία κυρίως το φλαμούρι,ενώ στην Ελλάδα διάφορα είδη ξύλων λόγο της μεγάλης ποικιλίας.
Συναντάμε φορητές εικόνες ζωγραφισμένες πάνω σε ξύλα λεπτά ή παχιά,μονοκόμματα ή αποτελούμενα από περισσότερα κομμάτια,απλά ή με ξυλόγλυπτη διακόσμηση.Η ένωση κομματιών του ξύλου γινόταν μες χειροποίητα μεταλλικά καρφιά,με ξύλινες καβίλιες,με σφήνες ή με "πεταλούδες".Πολλές εικόνες φέρουν στο πίσω μέρος της ξύλινης επιφάνειας δύο ξύλινους πήχεις,τα τρέσα.Αυτά ήταν καρφωτά ή συρταρωτά σε ειδικά αυλάκια που άνοιγαν στο ξύλο.Τα τρέσα μπαίνουν για να μη σκευρώσει το ξύλο.Επει
δή το ξύλο έχει ινώδη μορφή και ατέλειες καλυπτόταν από ένα στρώμα προετοιμασίας και υφάσματος ώστε να μπορεί να γίνει ζωγραφική πάνω σε αυτό.Το στρώμα της προετοιμασίας αποτελούνταν από:ένα αδρανές υλικό,όπως γύψος,κιμωλία και κάποιες λευκές χρωστικές (η χρήση γύψου ήταν προτιμότερη γιατί δημιουργούσε επιφάνεια με ικανοποιητικό πορώδες) και ένα συνδετικό μέσο,δηλαδή μια υδατοδιαλυτή κόλλα ζωικής προέλευσης.Αυτή η κόλλα χρησιμοποιήται διότι δουλεύεται,στεγνώνει,λειαίνεται πιο εύκολα και διατηρεί το λευκό χρώμα της γύψου ή της κιμωλίας.Πάνω στην προετοιμασία υπάρχει το ζωγραφικό στρώμα.Το στρώμα αυτό φέρει τα εξής στοιχεία : σχεδίαση του θέματος που γινόταν με ελεύθερο χέρι ή με ανθίβολο,το χρύσωμα,η χρυσοκονδυλιά,οι προπλασμοί (δηλ.τα χρώματα που περνούσε ο ζωγράφος πάνω στην χρυσωμένη εικόνα πρωτού να γίνει η καθεαυτού ζωγραφική) και η ζωγραφική που γινόταν με διάφορες χρωστικές (πιγμέντα) ,τέλος το βερνίκι.


2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

γεια σας
η κολλα cmc ειναι η λεγομενη γλουτολινη?

Βλαβιανός Γιάννης είπε...

γεια σου,δεν θέλω να σε μπερδέψω με χημικούς τύπους,αλλά η γλουτολίνη έχει διαφορετική σύσταση από την κόλλα cmc(carbomethylocellulose).H κόλλα cmc είναι μια κόλλα πολύ "καθαρή" η οποία σπάνια κιτρινίζει με τον χρόνο κάτι το οποίο γίνεται με την γλουτολίνη.
Ο CMC (carbomethylocellulose) είναι μία κόλλα που ξαναδιαλύεται σε νερό. Χρησιμοποιείται ευρέως από συντηρητές χάρτινου υλικού. Στη ζωγραφική μπορεί και να δημιουργεί πάστα μαζί με ακρυλικές κόλλες και έχει και την δυνατότητα να κάνει πιό μάτ τα χρώματα ώστε να είναι δυνατόν ο ζωγράφος να πλησιάζει το αισθητικό αποτέλεσμα μία παλιάς τοιχογραφίας. Σε ένα βάζο νερού των 400κ.ε. περ. ρίχνουμε ένα κουτάλι της σούπας CMC, ανακατεύουμε και το αφήνουμε μία νύχτα. Το πρώι η κόλλα είναι έτοιμη για χρήση.